καρδιοτομία

καρδιοτομία
η мед. анатомическое исследование сердца

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "καρδιοτομία" в других словарях:

  • καρδιοτομία — η ιατρ. 1. ανατομική εξέταση τής καρδιάς 2. χειρουργική διάνοιξη τών καρδιακών κοιλοτήτων. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cardiotomy < cardio (πρβλ. καρδι[ο] *) + tomy (πρβλ. τομία < τόμος < τόμος < τέμνω)] …   Dictionary of Greek

  • καρδι(ο)- — (AM καρδι[ο] ) α συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το β συνθετικό αναφέρεται ή ανήκει ή έχει σχέση με την καρδιά. Σπανιότατα μπορεί να εκληφθεί και ως επιτατικό (πρβλ. καρδιοδα[γ]κάνω «δαγκώνω δυνατά»).Σύνθετα με α συνθετικό καρδι(ο) : καρδιαλγής …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»